Νύχτωσε και ψιχαλίζει. Βαδίζεις σκεφτικός καθώς επιστρέφεις
απ΄το μπάρ στο σπίτι. Το χνώτο σου προδίδει «άδειο ξενύχτι»
απ΄το ουίσκι που σου σέρβιραν στο ποτήρι. Μοιράστηκες την
μοναξιά σου, με την απουσία του φίλου σου. Λείπει πολύ, γιατί
δεν έχεις κάποιον να εκμυστηρευτείς τις μύχιες σκέψεις σου.
Τα τσιγάρα που έσβηνες στο τασάκι, έμοιαζαν ανακούφιση απ΄το
βάρος που «σηκώνεις» καθημερινά.
Στέκεσαι ξάφνου μπροστά σε μια βιτρίνα, με ανδρικά ρούχα. Οι
«κόρες» των ματιών σου χορεύουνε με την σταθερότητα του ειδώλου
σου. Θυμάσαι τα λόγια της.
«Ψάχνω τον έναν και μοναδικό. Τον πρίγκιπα μου.» Όπως μοιάζει η
καλοντυμένη, πλαστική αντρική κούκλα. Λίγα αυτοκίνητα κυκλοφορούνε
στον δρόμο και ακόμα λιγότεροι διαβάτες. Απόκοσμο μοιάζει το σκοτάδι
όταν σε προδίδουνε οι ανθρώπινες αξίες. Χρήματα και δόξα συντρίβουνε
τα άδολα αισθήματα. Έφτασες στην είσοδο της πολυκατοικίας. Απότομα
κοιτάζεις πίσω σου. Πιστεύεις ότι άκουσες κάποιον να σου ψιθυρίζει:
«Είναι δύσκολος ο δρόμος της μοναξιάς. Μοιράσου το μέλλον σου με την αλήθεια.
Το ψέμα σκότωσε το παρόν σου, και μόλυνε το παρελθόν σου.»