Τρίτη 31 Αυγούστου 2021

"Πλατεία Ναυαρίνου"-Συλλογή κειμένων "Μετάβαση"

 


Ο  καιρός  είχε  καλοκαιριάσει  για  τα  καλά. Η  ζεστή  αύρα  του  ήλιου, είχε  κυριαρχήσει  πάνω  απ΄την  Θεσσαλονίκη, και  ήταν  αρκετοί  εκείνοι  που  είχανε  ξεχυθεί  έξω  απ΄τα  διαμερίσματα  τους, προκειμένου  να  εντοπίσουνε  μια  μικρή  όαση  δροσιάς.

Ήταν  απόγευμα  και  ο  Γιώργος, ήταν  ανάμεσα  σε  αυτούς  που  βαδίζανε  κάθετα  την  πλατεία  Ναυαρίνου, στο  κέντρο  της  πόλης. Είχε  την  διάθεση, όπως  και  έπραξε άλλωστε  να  βιώσει  στιγμές  χαλάρωσης  καθότι  το  χρονικό  διάστημα  μετά  την  απόλυση  απ΄την  βιοτεχνία  όπου  εργαζόταν, πριν  έξι  μήνες , δεν  ένιωθε  ψυχολογικά  καλά. Είχε  αγοράσει  από  περίπτερο, ένα  μεγάλο  πλαστικό  κουτί  μπίρας  και  κάθισε  σε  ένα  παγκάκι.

Απ΄την  μία  προσπαθούσε  να  συγκροτήσει  ένα  σχέδιο, προκειμένου  να  βρει  νέα επαγγελματική  στέγη. Από  την  άλλη παρατηρούσε, τους  εκατοντάδες  συντοπίτες  που  διέσχιζαν  το  πλακόστρωτο  της  περιοχής. Άλλοι  μοναχικοί ,και  άλλοι  με  συντροφιά. Ήθελε  να  μιλήσει  σε  κάποιον, ώστε  να  εκφράσει  κυρίως  τους  καημούς  του. Να  μοιραστεί  συναισθήματα, που  τον  «έπνιγαν¨. Ξαφνικά ένιωσε έκπληξη. Απ΄τις λίγες  περιπτώσεις  το  τελευταίο  χρονικό  διάστημα, που  το  πρόσωπο  του  απέκτησε  την  σύσπαση  του  χαμόγελου.

-Γιάννη  εσύ  είσαι;

Το  βλέμμα  του  διασταυρώθηκε, με  εκείνο  ενός  ψιλόλιγνου  μελαχρινού  άντρα. Στην  αρχή εκείνος  εξέφρασε απορία  στην  ερώτηση  που  του  τέθηκε. Σύντομα  όμως  η  χαρά  ζευγάρωσε  και δεν άργησαν να αγκαλιαστούνε σφιχτά.

-Γιώργο  πόσα  χρόνια  έχω  να  σε  δώ! Χαθήκαμε  φίλε.

Μοιράστηκαν  το  παγκάκι, και  είχαν  την  διάθεση  να  συζητήσουνε.

-Τελευταία  φορά  που  βρεθήκαμε, ήταν στον  γάμο της  Γιώτας. Της  συμμαθήτριας  μας απ΄το σχολείο.

-Την  αλήθεια  λες. Εγώ  Γιάννη εργαζόμουν  στην  Αθήνα, ώσπου  πριν  από  λίγο καιρό  με  απολύσανε. Επέστρεψα  στην  πόλη  μας, και μένω σε ενοικιαζόμενο  σπίτι. Άνεργος γαρ, προσπαθώ  καθημερινά  να επιβιώσω.

-Λόγω  της  κρίσης, όπως  πολλοί  άλλωστε  ένιωσα  στο  «πετσί»  μου  την  αγωνία  και  τον  φόβο  της  επόμενης  μέρας. Δυστυχώς ακόμα  και  αυτή  την  περίοδο, που  εργάζομαι  σε  μία  μεγάλη  καφετέρια,  έχω  την  αίσθηση  ότι  σύντομα  θα  μου  ανακοινώσουν  την απόλυση  καθώς  στην  επιχείρηση  υπάρχουν  οικονομικά  προβλήματα.

Ο  Γιώργος  του  πρόσφερε την  μπύρα ,και  εκείνος  δεν  έχασε  την  ευκαιρία  αφού  τον  ευχαρίστησε  να  δροσίσει  τον  οισοφάγο  του.

-Το  μέλλον είναι  αβέβαιο, αν  και  πάντοτε αυτή  είναι  η  γοητεία  του. Το  άγνωστο.

-Δεν  διαφωνώ. Αρκεί  να  μας  χαμογελάσει, στην  ηλικία  που  διανύουμε. Εκείνη  η στροφή  στα  σαράντα  και  κάτι  που  βρισκόμαστε, μας «κλείνει» το  μάτι. Μας υπενθυμίζει  ότι  κάθε  νέα  μέρα, πρέπει  να  την  γευόμαστε  ως  το  μεδούλι  γιατί  δεν  θα  επιστρέψει.

Έμειναν  για  λίγο  σιωπηλοί. Δεν  αντάλλαξαν  κουβέντα  ξανά. Απλά  κοίταξε  ο  ένας  τον  άλλον. Αποχαιρετίστηκαν  χωρίς  να  μιλήσουνε. Γιατί  γνώριζαν  ότι  η  σιωπή, ήταν  ένα  ραντεβού  που  έκλεισαν  για  κάποια στιγμή. Εκείνη  την  κουκίδα  στην  συνέχεια  του  χρόνου.