η παιδική διάθεση μονομιάς, τον μάγεψε όντας ενήλικο.
Κοντοστέκεται στην πλατεία, παρέα με τον γιό του. Θαρρείς
συνομήλικοι αποφάσισαν να διοργανώσουνε παιχνίδι.
Οι δυο τους φουσκώνουνε μπαλόνια, πολύχρωμα και τα δωρίζουνε
στους περαστικούς.
Κάθε ηλικίας και διάθεσης. Πρόθεση τους είναι να διασαλευτεί
η μονοτονία. Εκείνη που πισθάγκωνα έχει περιορίσει την πρόθεση.
Καύσιμο μοιάζουνε οι ευχές, που ωθούνε σε κίνηση τα ιπτάμενα
αντικείμενα .Η απορία του αγοριού είναι εύλογη. «Γιατί μας κοιτάζουνε
όλοι; Αφού παίζουμε.»Εκείνος γελάει. Γνωρίζει καλά, ότι η ερώτηση
είναι αφοπλιστική. Δεν απαντάει. Κλείνουν μαζί τα μάτια, και σιωπούν
για λίγο. Όσο χρειάζεται δηλαδή, ώστε να φωνάξουνε «Δεν θα
μεγαλώσουμε ποτέ.»Απειλή ή αυτογνωσία;