Αγαπούσα τις αδυναμίες μου. Με συντρόφευαν, σαν το πρωτότοκο τους
παιδί. Κρυμμένες στην ροή του χρόνου, με παρότρυναν να νιώθω
υπερήφανος που είμαι άνθρωπος. Λυπήθηκα, πόνεσα, αγχώθηκα. Ένας
ζητιάνος του ουρανού ήμουνα, που γύρευα ρωγμές να χαθώ. Σαν το
πουλί που γκρεμίστηκε η φωλιά του, θα πετάξω ως το κενό που πνίγει
το μέλλον.