Σάββατο 19 Αυγούστου 2017

"Καλημέρα"



Καλημέρα μητέρα! Εσύ που κρατάς το μωρό αγκαλιά, και

το βυζαίνεις καθήμενη στο παγκάκι. Αυτή η πλατεία όταν

είναι ηλιόλουστος ο καιρός, μοιάζει το ομορφότερο τοπίο.

Γεμάτη οικογένειες, παιδιά και ηλικιωμένους που αφιερώνουν

τον ελεύθερο χρόνο τους σε δραστηριότητες, μακριά από την

απομόνωση των άψυχων δωματίων του σπιτιού.

Καλημέρα εργαζόμενε! Γνωρίζω ότι ξύπνησες χαράματα, ώστε να

αντιμετωπίσεις ακόμα μια δύσκολη μέρα .Η καθημερινότητα σου

είναι ένα πεδίο μάχης όπου αγωνίζεσαι με όλες σου τις δυνάμεις

ώστε να κερδίσεις έναν μισθό.

Καλημέρα εξαθλιωμένε! Ξαπλωμένος στα χαρτόνια που έχεις στοιβάξει

στην γωνία του δρόμου είσαι αμίλητος και ανήμπορος. Δεν τολμάς να

αντικρίσεις προς τα πάνω τους διαβάτες. Αυτοί όμως χαμηλώνουν το βλέμμα

καθότι άλλοτε έχουνε τύψεις. Η’ νιώθουνε μακάριοι που ακόμα έχουνε στέγη

να τους φιλοξενεί.

Καλημέρα στους τολμηρούς. Όπως εγώ που τα μάτια μου απ΄το μπαλκόνι φλερτάρουνε

με την όψη του Θερμαϊκού, αποφεύγοντας να ενδώσουνε στην θέα των ψηλών κτιρίων, των

τσιμεντένιων κατασκευών και του καυσαερίου. Η αγαλλίαση είναι τόλμη.

"Θεσσαλονίκη"

Στον  παφλασμό  των  κυμάτων  του  Θερμαϊκού  έχουν  στολιστεί
τα  μαλλιά  σου  σαν  νύφη  απ’τις ευχές  των  περαστικών  στις  βόλτες  τους. Ζευγάρια
έχουν  ευχηθεί  στο  φώς  του  φεγγαριού ,και  παιδιά  ζητωκραυγάσει  τον  θαυμασμό
τους για  το  μπλέ  σου  φόρεμα.
Στις  πλατείες  και  τα  στενοσόκακα  σου, έχω  μεθύσει  με  τις  παρέες  μου ως
νιότης  τραγούδι  με  τους  ομορφότερους  στίχους.
Απ’τα  τείχη  στην  Άνω  Πόλη, ο Βαρδάρης  συνταιριάζει  με  την  ματιά  μου στο
στεφάνι  του  ουρανού. Από  σύννεφα  πλεγμένο  που  τα  όνειρα στριμώχνονται, απομακρύνοντας  τις  καθημερινές  γκρίζες  σκέψεις.
 Εδω  γεννήθηκα  και  ανταμώνω  τους  μύθους  και  τα  ψέματα  της  ζωής κάθε
μέρα. Ανταύγειες  της  νοσταλγίας, θωπεύουνε  την  διάθεση  μου  και  διώχνω  την θνητότητα
της  στιγμής.

Θεσσαλονίκη..

"Η φωνή της"



Όταν ήμουνα παιδί άκουγα τους μεγαλύτερους, να αναφέρονται

στα μέσα μαζικής

επικοινωνίας . Δεν αντιλαμβανόμουνα πολλά.

Μέχρι όμως να ακούσω την φωνή της σε εκείνη την μικρή ορθογώνια συσκευή.

Το ραδιόφωνο που είχε αγοράσει ο πατέρας μου. Μεγαλώνοντας και αλλάζοντας τα

επίπεδα εκπαίδευσης απ’το δημοτικό έως και το πανεπιστήμιο ένιωθα από αγόρι να

γίνομαι άντρας και να ερωτεύομαι ουσιαστικά εκείνη που είχε αναλάβει μία μουσική

εκπομπή. Η Όλγα!

Το γεγονός ότι ασχολούνταν με την μετάδοση rock μουσικής ,αρχικά ήταν αδιάφορο για

τα αυτιά μου ανεξάρτητα εάν στην πορεία την αγάπησα. Περίμενα καρτερικά κάθε Τρίτη και Παρασκευή στις 21.00, για να μοιραστώ μαζί της χαρές και λύπες. Έστω νοητά! Η φράση της που είχα λατρέψει

ήταν μία:

«Καλησπέρα αγαπητές και αγαπητοί ταξιδιώτες των ήχων». Η ζωή όμως πάντα κρύβει εκπλήξεις, ανεξάρτητα αν μας αρέσουνε ή όχι. Δυστυχώς πρίν λίγες μέρες έγινε



γνωστό ότι μετά από 15 χρόνια η παρουσία της στον εν λόγω ραδιοφωνικό σταθμό τερματίστηκε. Οπως και η δική μου αναδρομή στις νότες του παρελθόντος ,που με συντρόφευαν με την βελούδινη χροιά της φωνής της.

"H δικτατορία της ευτυχίας"



Είχε μόλις βγεί απ’το κτίριο του Ο.Α.Ε.Δ.Η κούραση της αναμονής

προκειμένου να καταθέσει χαρτιά για εύρεση εργασίας, ήταν αποτυπωμένη

στο πρόσωπο του. Συνεπακόλουθα και η διάθεση του, ήταν ανάλογη.

Περπατούσε μπροστά από τα μαγαζιά ενός εμπορικού κέντρου ,όταν αντίκρισε

χαρούμενα πρόσωπα να μπαινοβγαίνουν σε αυτά. Στις στάσεις των λεωφορείων, τα χαμόγελα των μοντέλων στις διαφημίσεις έκαναν αισθητή την παρουσία τους.

Και να’ταν μόνο αυτό! Παρέες νεαρών κρατούσανε στις βόλτες τους κινητά τηλέφωνα

και ευθυμούσανε με τα εγκατεστημένα προγράμματα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Η έκπληξη που ένιωθε με βάση την διάθεση του, ήταν μεγάλη. Σύντομα κάθισε σε μία καφετέρια για να πιεί τον αγαπημένο εσπρέσο του.

Η σερβιτόρα που τον προσέγγισε για να λάβει την παραγγελία του ,ήταν εντυπωσιακή

και το πρόσωπο της ακτινοβολούσε λάμψη. Σύντομα μονολογούσε με απορία:

-Tι δυσάρεστα που νιώθω! Όλοι οι συμπολίτες μου μοιάζουν ευτυχισμένοι. Και εγώ;

Ένας ηλικιωμένος στο διπλανό τραπέζι που διάβαζε εφημερίδα, μέσα απ’τα γυαλιά του

τον παρατήρησε με προσοχή .Αντίκριζε ένα διαφορετικό κόσμο ,ερμηνεύσιμο βάσει της

εμπειρίας του. Δεν άργησε να του απευθυνθεί:

-Νεαρέ έχω ξαναδεί αυτή την έκφραση του προσώπου σου, πολλές φορές στην ζωή μου. Να

θυμάσαι τούτο: Όλοι είναι δυστυχισμένοι στην δικτατορία της ευτυχίας.

"H γενιά μου"


 Είδα την γενιά μου να κόβεται σε κομμάτια. Λωρίδες ψυχής

να αναβλύζουνε αίμα και εσύ πατέρα κάθεσαι σε μια γωνιά

του σπιτιού και πίνεις «άψυχο» αλκοόλ. Για να ξεχάσεις τις

συμβουλές που μου έδινες ,όπως και οι υπόλοιποι σαν εσένα.

Για το μέλλον, και ένα καλύτερο αύριο. Απέτυχες!

Μητέρα γιατί κλαίς βουερά ;Μου λες ότι είμαι απαισιόδοξος, και

δεν πιστεύω σε τίποτα. Όχι! Είμαι ρεαλιστής και κυνικός συνάμα.

Παρασύρθηκα σαν κλαδί, όπως η γενιά μου σε ένα ορμητικό ποτάμι

που έκβαλλε στην θάλασσα. Αναζητώντας μία λωρίδα γης ώστε να

ανακαλύψουμε την ελπίδα. Μάταια όμως για τους περισσότερους.

Περιπλέουμε σαν συντρίμμια ναυαγίου.

Και εσύ δάσκαλε; Τουλάχιστον εσένα σου είχα εμπιστοσύνη. Δεν με

πρόδιδες όταν πίστευα τα όμορφα λόγια σου. Πίσω απ΄τα μικροσκοπικά

γυαλιά σου έβλεπα έναν φίλο. Όμως είσαι άνεργος πλέον. Και κάθεσαι κάθε

απόγευμα σε εκείνο το παγκάκι παρέα με τον σκύλο σου.

Είδα την γενιά μου, να μετράει πληγές. Να κοιτάζει ψηλά στον ουρανό, με κλειστά

μάτια και να γυρεύει φίλους στα άστρα. Όπως τα όνειρα που με την σφεντόνα παιδιά

στοχεύαμε ψηλά. Δίπλα στον ήλιο, που τα σύννεφα έκρυβαν λέξεις, εικόνες και αισθήματα.

Να μεταναστεύει ώστε να αποκτήσει εργασία. Έναν μισθό αξιοπρέπειας σε χώρες, που

δεν ταξίδεψε ποτέ στο παρελθόν.

Που δεν τράβηξε φωτογραφίες selfie μέσα σε μουσεία ή δίπλα σε μνημεία. Που δεν διασκέδασε σε χώρους αναψυχής. Παρά περιμένει στην «ουρά», ώστε να μοιράσει

φωτοτυπίες βιογραφικών νωρίς το πρωί.

Η γενιά μου..

"Ευτυχισμένη απομόνωση"


 Μου λείπουνε πολύ εκείνες οι βόλτες με τους φίλους στην

γειτονιά. Όταν περιδιαβαίναμε αγόρια και κορίτσια όλα εκείνα

τα σοκάκια, προτού μετακομίσω απ΄την πόλη μου στην Αθήνα.

Ανάμνηση μοιάζουνε οι συζητήσεις, οι έρωτες, και οι μυρωδιές των

λουλουδιών στις μικρές αυλές.

Το εγκαταλειμμένο σπίτι, που το είχαμε διαμορφώσει στην «Ευτυχισμένη

απομόνωση» με σκοπό να δημιουργήσουμε έναν χώρο όπου θα στεγάζαμε

τις συναντήσεις μας. Είχαμε διακοσμήσει τους ετοιμόρροπους τοίχους με

μικρά κάδρα όπου αντίκριζες τις απόπειρες να ζωγραφίσουμε την έμπνευση μας.

Ένα μικρό ραδιόφωνο, ήταν ο δέκτης ειδικότερα των εκπομπών απ΄τους πειρατικούς

σταθμούς της «μπάντας» των fm.

Κάθε Σάββατο βράδυ, στήναμε αυτοσχέδια πάρτι όπου πρωτογνωρίσαμε το αλκοόλ, το

τσιγάρο, τον έρωτα και τον χορό. Δυστυχώς όλες οι ωραίες στιγμές στην ζωή έχουνε

σύντομη διάρκεια και άδοξο συνήθως τέλος. Οι γονείς λόγω της νέας επαγγελματικής

στέγης του πατέρα μου μετακομίσαμε, και πλέον εδώ και 25 χρόνια είμαι κάτοικος Αθηνών.

Η «Ευτυχισμένη απομόνωση» πληροφορήθηκα, ότι γκρεμίστηκε λίγο αφ’ότου έφυγα και

μετατράπηκε σε νυχτερινό κέντρο διασκέδασης. Θα την θυμάμαι..

"Δώρο Xριστουγέννων"


 Αμέτρητα φωτεινά λαμπιόνια, στόλιζαν το χριστουγεννιάτικο

δέντρο του. Στην κορυφή του μάλιστα, είχε εγκαταστήσει ένα

μεγάλο πλαστικό αστέρι του οποίου θαύμαζε την ομορφιά.

Η φωτιά που σιγόκαιγε στο τζάκι, ήταν η ιδανική αφορμή ώστε να

απολαύσει το αγαπημένο ουίσκι του με πάγο.

Η μοναξιά όμως δεν ήταν εύκολος αντίπαλος. Ειδικότερα τον

τελευταίο χρόνο μετά και τον θάνατο της μητέρας του. Μοναχοπαίδι

όντας πίστευε ότι με την εργασία στο γραφείο, θα ξεχνούσε τις έγνοιες του.

Φεύ! Κάθε μέρα αντιλαμβανόταν ότι δεν θα ήταν τίποτα ικανό, ώστε να

συμπληρώσει τα κενά συντροφιάς του.

Εκείνη όμως η παραμονή Χριστουγέννων, δεν έμοιαζε ίδια με τις προηγούμενες.

Ξαφνικά απ΄την είσοδο της πολυκατοικίας, άκουσε το παρατεταμένο κλάμα ενός μωρού.

Όταν βγήκε στο μπαλκόνι, αντίκρισε μία νεαρή γυναίκα να κρατάει στην αγκαλιά της

σκεπασμένο σε μία κουβέρτα ένα όμορφο βρέφος ,που τα γαλάζια του μάτια φάνταζαν

ωκεανός απόγνωσης.

Η καρδιά του σφίχτηκε, αντιλαμβανόμενος και το πολικό ψύχος που επικρατούσε. Δεν το

σκέφτηκε πολύ. Γρήγορα κατευθύνθηκε ως εκεί ,και με χαμόγελο προέτρεψε την μητέρα με το παιδί της να τον ακολουθήσει ως το διαμέρισμα, προκειμένου να την φιλοξενήσει.

Το δώρο Χριστουγέννων, δεν ήταν περιτύλιγμα αλλά περιεχόμενο, όπως η αγνότητα ενός παιδιού.