Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2019

"Το Κενό"-Μέρος Β



4) «Κορυφή»

Κυλάει ο χρόνος, σαν νερό στο ρυάκι. Αθόρυβα τα δευτερόλεπτα, τα λεπτά, οι ώρες χαϊδεύουν το σώμα μου. Γλύφουνε την ψυχή μου, μα δεν με αγγίζουνε. Η Κορυφή μοιάζει τόσο μαγικός τόπος στα μάτια των ανθρώπων, αλλά τόσο ξένος ταυτόχρονα. Εδώ που κάθομαι, αγκαλιάζω τους κόπους της ζωής μου. Η Αυτογνωσία που με συντροφεύει είναι ένα τραγούδι δίχως στίχους, μα μόνο με την μελωδία του πόνου. Βάσανο είναι η κάθε μέρα του ανόητου, γιατί δεν ξέρει πως μπορεί να αγγίξει το πέπλο που τόσο ζηλεύει. Aυτό που φοράει η δύναμη μέσα μας, αλλά σπάνια την χρησιμοποιούμε ώστε να μας λύνει τα προβλήματα. Είναι τόσο όμορφη η μοναξιά μου σαν κατάλαβα πώς το βουνό πρέπει να το ανεβοκατεβαίνεις, μέχρι να το γνωρίσεις καλά.

Eκείνος με άφησε μόνο εδώ, για αόριστο χρονικό διάστημα ώστε να ασχολείται ενδελεχέστερα με τα άλλα του παιδιά. Όταν τον μαθαίνεις καλά, λείπει μεμιάς η θλίψη. Το χαμόγελο αρκεί για τα βάσανα, γιατί είναι τόσα πολλά που δεν μένει χρόνος για δάκρυ. Ξαπλώνω που και που, ώστε να ανταμώσω το βλέμμα μου με το άπειρο.

Ευτυχία είναι να ταξιδεύεις με καράβι τον Νου, και πανί το Κενό. Ούτε τα αστέρια δεν βρίσκουνε μεγαλύτερη ομορφιά απ΄την δική μου αγαλλίαση. Θέλω να σας μεταλαμπαδεύσω την συμβουλή μου, την αγωνία για το δικό σας και μόνο μέλλον. Θέλω να γίνω ο δικός σας φάρος, και να κατευθύνω τα βήματα σας. Το μονοπάτι που προτίμησα, είναι αυτό που με το δάχτυλο σας ακυρώνετε την πρόσβαση του.

Με τον δείκτη του χεριού σας, απορρίπτετε την θέαση του γιατί φοβάστε τα ψηλά χορτάρια και τους θάμνους. Φοβάστε τα ερπετά που το περιδιαβαίνουν, μην τυχόν και σας τσιμπήσουνε. Φοβάστε το ριζικό σας, που πρέπει να φτιάξετε με τους δικούς σας κόπους. Μα τι ψυχή φανερώνετε μπροστά μου; Μικρού παιδιού θέληση μοιάζει, και δεν θέλετε να νικήσετε τα βάσανα του χρόνου γιατί είστε λιγόψυχοι.

Αναρωτιέμαι τι πρέπει να κάνω. Να γίνω οδηγός σας; Γιατί φίλο δεν νοιάζεστε να με αγαπάτε. Κάποιες στιγμές, η καρδιά μου σφίγγεται όπως η γροθιά πριν την βαρέσεις πάνω στο τραπέζι. Όταν θέλεις να ξορκίσεις τους φόβους σου, μονομιάς να γίνεις ο αρχηγός στην αγέλη. Λίγο πριν το φώς, είναι το πιο βαθύ σκοτάδι. Εκεί στο λυκόφως οι άνθρωποι μαζεύονται σαν το μπουμπούκι πριν ανθήσει.

Κρατάνε την δύναμη τους, σαν την αναπνοή μέσα στο νερό για να ξεφυσήσουνε τις ελπίδες τους. Δεν μπορώ παρά να παραστρατήσω λίγο και να αμαρτήσω. Να γίνω αδύναμος και να συντροφέψω ξανά ,με εκείνους που κάποτε ήμουνα φίλος. Η’ μάλλον ένιωθα φίλος. Καλωσήλθατε στον γκρεμό. Θα γίνω ο μικρός σας Θεός στο Κενό. Θα γίνω τα βήματα σας κατά την Ανάβαση. Θα γίνω ο θρόνος σας, στην Κορυφή.

Μα μία λέξη πρέπει να αγαπήσετε. Αυτογνωσία. Ξορκίστε το παρελθόν σας, σαν να μοιάζει ανάμνηση μακρινή. Κάψτε το είδωλο σας, και αποκαΐδια δικά σας θα γίνουν μοιρασιά του ανέμου. Όπως τα κουφά λόγια.



«Θάνατος»

Δεν μου κάνατε την τιμή να με συντροφέψετε. Τελικά δεν θέλατε να μετουσιώσετε τις επιθυμίες σας και να με αγαπήσετε.Oπως πρέπει και τον εαυτό σας. Από την Κορυφή βλέπω ένα μακρύ σκοτάδι, να απλώνεται στις καρδιές σας. Τόσο δυνατό που μήτε ο ήλιος δεν μπορεί να νικήσει. Οι πόλεις σας, είναι τόσο μικρές στα μάτια μου σαν τις μυρμηγκοφωλιές. Διασχίζετε τους δρόμους, με κατεύθυνση πάντα την ίδια.

Τον θάνατο σας. Από εκεί κάτω, είχατε την τύχη να με αγναντεύετε αλλά η ζήλια σας είναι τόσο μεγάλη που σας τυφλώνει. Τα μάτια σας είναι σφαλερά. Τα βλέφαρα σας δεν κουράστηκαν, αλλά η δύναμη για την ίδια την ζωή. Σαν άπιστοι Θωμάδες, σημάδια θέλετε μονάχα να βλέπετε στο σώμα μου, και να τα αγγίζετε για να βεβαιωθείτε. Μακάριος ο ύπνος μου σαν έρθει, εκείνος ο αιώνιος που το στόμα ενός ανθρώπου σωπαίνει.

Μακάβριος ο ύπνος μου θα είναι για εσάς, μέχρι τον επόμενο να περιμένετε. Εκείνος δεν με κορόιδεψε, ενώ έτσι νόμιζα στην αρχή. Περίοπτη θέση μου πρόσφερε, και ας μην ήσασταν ικανοί να με υποδεχτείτε. Αγγελιοφόρος της ανατροπής υπήρξα, μα η αδύναμη πίστη σας, κάθε μέρα και νύχτα πλήγιαζε την ορμή μου.

Ξαπλώνω στην Κορυφή, και οι σφυγμοί απ΄την καρδιά μου ελαττώνονται διαρκώς. Ξεροκαταπίνω τις αναμνήσεις μου ως άνθρωπος, με λίγες τις χαρές να προβάλλουνε και πιο πολύ οι λύπες. Από πάνω μου μεγάλα πτηνά πετάνε, μα δεν μπορώ να διακρίνω καθαρά τι είναι ακριβώς. Καθώς τα βλέφαρα μου παραδίδονται σε Εκείνον οι απορίες μου ταξιδεύουνε ταυτόχρονα παντού, ψάχνοντας απάντηση να βρούνε.

Προσπάθησα, μόχθησα, αγωνίστηκα τελικά έστω και με τις λίγες αρετές που έχουμε εφόδιο εμείς οι άνθρωποι. Λύγισα και σηκώθηκα πάλι. Έκλαψα μα γέλασα ξανά. Η Αυτογνωσία είναι η δυσκολότερη μάχη, στον πόλεμο της ζωής. Αν την κερδίσεις δεν σκιάζεσαι, απ΄τις καθημερινές ήττες. Έζησα καταπίνοντας τον θάνατο σας. Όλων εκείνων, που γαβγίζουνε σαν σκύλοι μα δεν δαγκώνουνε. Τώρα θα πεθάνω καταπίνοντας τις ζωές σας. Γιατί το δέντρο μεγαλώνει με το νερό, και οι ρίζες του απλώνονται ολοένα βαθύτερα στην γη. Θα με λατρέψετε κάποτε, ως ένα μικρό Θεό. Θα μνημονεύετε τον θρύλο μου στις επόμενες γενιές, σαν ένα αστροπελέκι που διέσχισε τον ουρανό σας.

Θα θυμάστε πώς ένας τρελός, ήταν ο πιο λογικός ανάμεσα σας. Το σπέρμα μου Εκείνος θα σπείρει στον κόσμο, και ο Γνωστικός, ο προφήτης του Κενού, θα είναι πάλι μισητός στις επόμενες γενιές. Θα τον χλευάσουνε ξανά, θα τον πολεμήσουνε αλλά στο τέλος θα τους νικήσει.

Αφήνω την ψυχή μου στα χέρια Του, την καρδιά μου στην Κορυφή και τα λόγια μου ποίημα να γραφτεί σε όλους σας. Τι κρίμα όμως που όσο έζησα, δεν με αγαπήσατε. Αντίο σας!



Β (Ο ΓΝΩΣΤΙΚΟΣ )ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ



Περπατάω μέρες και νύχτες ολόκληρες ,χωρίς αναπαμό και με την ανάμνηση της αγάπης Του να με κρατάει δυνατό. Εκεί πάνω στο βουνό, αγωνίστηκε μονάχος Του να σώσει τον κόσμο ετούτο. Με γέννησε το σπέρμα Του, με άνδρωσε το όραμα Του. Στην κοιλιά των αδυναμιών μεγάλωσα, ωσότου τα λόγια Του αφουγκράστηκε η καρδιά μου.

Η ψυχή μου λαξεύεται, σαν άγαλμα απ΄την κακία των ανθρώπων. Γνωστικό με αποκαλούνε και περιμένουνε με λαχτάρα την λύτρωση τους απ΄τα λόγια μου. Μωροί που είναι οι άνθρωποι! Θέλουνε να πιστεύουνε στις ελπίδες, και όχι στα βάσανα που τους προσφέρω απλόχερα.

Γιατί μονάχα με αυτό τον τρόπο, θα αγαπήσουνε πραγματικά τον εαυτό τους. Φοβούνται όμως. Λιγόψυχοι ωσάν στην μάχη της ζωής, οι άνθρωποι απελπίζονται εύκολα. Στις πόλεις και τα χωριά, με χλευάζουνε γιατί τους διδάσκω πόσο άχυρα στον άνεμο είναι οι έγνειες τους, όταν κατρακυλήσουνε στα κατάβαθα της ψυχής.

Γίνονται τέκνα της άγνοιας τους, και μεγαλώνουν σαν τις ρίζες του δέντρου που δεν κυλάει νερό.Η απόρριψη ,ο θάνατος, το αύριο και η αγάπη δεν είναι φόβοι πλέον. Τιθάσευσε τις ορμές του ο Πλάστης μου. Βλέπω στα μάτια σας, και τις καρδιές σας βαθιά και χαμογελάω πικρά. Σας προσφέρω με θέρμη, τις απαντήσεις που γυρεύετε μα τις απορρίπτετε.

Περπατάω στους δρόμους σας, και η ανάσα μου είναι δυνατότερη ,απ΄τον θόρυβο των οχημάτων σας. H αύρα μου είναι φωτεινότερη απ΄τις επιγραφές στα καταστήματα σας. Άδειασε η διάθεση μου. Αποφάσισα να αποσύρω τα βήματα μου στην εξοχή, στα χωριά να προσφέρω την ύπαρξη μου. Βροντή στο Κενό πάλι τα λόγια μου. Αγνά ένιωσα μονάχα στο δάσος, ανάμεσα στα ζώα και την βλάστηση της φύσης .Ο κύκλος της εκεί γυρνάει ακατάπαυστα, μέχρι του σημείου που ενώνεται ο Θάνατος και η Ζωή. Στα αυτιά μου όμως, φτάνουνε από παντού άπειρες φωνές που με κακολογούνε.

Δεν θέλουνε να ακούνε τα λόγια μου, γιατί ενοχλούνε την ευημερία τους. Επίπλαστη που είναι! Με κατηγορούνε σφόδρα, που στο παρελθόν ταξιδεύει η θύμηση μου. Τόσο μακριά μάλιστα, που φθάνει ως το βουνό. Μήτε την αναρρίχηση αγαπάνε, μήτε και την κατάβαση. Δαιμονοποίησαν το Κενό, γιατί δεν γνωρίζουνε πώς η φωνή του Πλάστη μου βρυχάται ακόμα. Μυρίζω την φλόγα που σιγοκαίει τους φόβους. Εκεί βαθιά, η εξερεύνηση κράτησε αρκετά και η θέληση ενός μονάχα ανθρώπου ήταν αρκετή.

Ο ουρανός αγγίζει την δύναμη μου ,και ανταμώνει στον ορίζοντα όπου ανατέλλει και δύει η επόμενη πρόκληση. Να με σταυρώσουνε! Ξέρω όμως ,ότι θα αναστηθώ πάλι. Όπως κάθε Γνωστικός. Ο Γολγοθάς όπου θα συρθώ, είναι στρωμένος με πέτρες όπως οι ψυχές των ανθρώπων. Δεν φοβάμαι όμως πλέον. Σήκωσα τα βάρη των φόβων τους, για να αποτινάξω πάνω απ΄τον κόσμο την νύχτα και να ξημερώσει η μέρα. Μονάχα μια μητέρα μπορεί να αφουγκραστεί τα λόγια μου.

Εκείνη η γυναίκα που θα κλάψει, για την κακία του κόσμου. Τον άνθρωπο που επί μήνες κουβαλάει μέσα της, και μπορεί να γίνει Γνωστικός. Με ακούς;



AΝΑΣΤΑΣΗ

Α:Μέσα απ΄τις αράδες των λόγων σου, διαβάζω την ύπαρξη μου. Οι λέξεις που εκστόμισες είναι μαχαίρι στην ψυχή μου. Συγχώρεσε με που σε πρόδωσα.

Β:Aγνή είναι η καρδιά σου. Ακούω τους χτύπους της, και επιβραδύνονται σαν φέρνεις το πρόσωπο μου, στην θύμηση σου.

Α:Ημουνα ανόητη. Γυναίκα που δημιουργεί την ζωή ,μα όχι τον θάνατο των φόβων. Όπως και όλα τα άλλα ανθρώπινα όντα, νιώθω σαν χορτάρι στην θύελλα της αλήθειας. Σε έβλεπα δίπλα μου να βαδίζεις, μα τα αυτιά της ψυχής μου δεν ήθελαν να σε ακούσουνε.

Β:Κάθε πρωί ο ήλιος των λόγων μου, ανατέλλει στην λογική σας. Δάσκαλος μαθές που διδάσκει στην τάξη μα τα παιδιά δεν είναι μαθητές. Είναι αγρίμια που τρέχουνε μακριά, ώστε να ξεφύγουν απ΄τον κυνηγό τους. Το βράδυ όμως το σκοτάδι μου, δεν είναι τίποτα άλλο απ΄το πέπλο που ρίχνω στις αδυναμίες σας. Φοβάστε τόσο πολύ!

Α:Θέλω να με συγχωρέσεις 1000 φορές. Κλαίω με δάκρυ γοερό, όταν γνωρίζω ότι με τις πράξεις μου ήμουνα ένα απ΄τα καρφιά σου, πάνω στον σταυρό. Γονατίζω κάθε φορά και τα μάτια μου ανταμώνουν το χώμα. Στριμώχνω το βλέμμα μου σε βάθος απροσδιόριστο, της γης τόσο μακρινό που την ντροπή μου κρύβω.

Β:Σε αγάπησα όπως και κάθε άλλο Ον στην γη. Ακόμα και τώρα συλλογιέμαι, την ταπεινότητα σου. Γυναίκα σε σένα απευθύνομαι, γιατί ο σπόρος που φέρεις στην κοιλιά σου είναι το λουλούδι του αγρού, που πρέπει να ξεχωρίζει. Σε σένα κατευθύνω την αυστηρότητα μου, γιατί μήνες κουβαλάς τον άνθρωπο που τα λόγια μου αύριο πρέπει να βυζάξεις. Αγνή σαν περιστέρι είναι η αγάπη σου στην ζωή, που διαχέει τα σωθικά μέχρι τα βάθη της ψυχής.

Α:Δεν γνωρίζω με ποιο τρόπο να σε ευχαριστήσω, για την λύτρωση που μου προσφέρεις. Το πρόσωπο σου φεγγοβολάει, σαν το φεγγάρι στο απέραντο σκοτάδι των ανθρώπινων ψυχών.

Β:Ικέτεψε τον Πλάστη μου, να σιγοκαίει η ανάμνηση του στο Κενό. Τα αποκαΐδια Του να φωτίζουνε τον καθένα που βαδίζει, με απορία μέχρι το βουνό. Προσευχήσου σε Εκείνον που τον συντρόφευε διακριτικά, να γίνεται το μπαστούνι Του στην δυσκολία του ανθρώπου όταν ψηλαφίζει την διαδρομή.

Α:Προτού χαθείς μπροστά απ΄το πρόσωπο μου, υποσχέσου μονάχα κάτι. Βλάσφημη ακούγεται η αγωνία μου, αλλά συντρόφευε με κάθε δευτερόλεπτο στα βήματα μου. Είμαι αδύναμη και θέλω να στέκομαι ακλόνητη, μπροστά στην υστερόβουλη ματιά των ανθρώπων.

Β:Γνώριζε πώς ο Γνωστικός, είναι πάντα συνοδοιπόρος με όποιον πιστεύει στην ανατροπή που θέλει να βάψει άσπρα τα όνειρα του, και να βρέξει πολύχρωμο του μέλλον για τον κόσμο.Mα το καλύτερο απ’όλα, όταν κουράζεσαι απ΄την κακία, κλείσε τα μάτια και ζωγράφισε το Κενό.

Η λύτρωση σου είναι κοντά, μονάχα αν δεν φοβηθείς. Πίστεψε και θα κατακτήσεις την Αυτογνωσία. Εκείνος θα χαμογελάσει. Ο Πλάστης θα φωνάξει από χαρά. Ο Γνωστικός θα γείρει το κεφάλι Του εμπρός.

Ένας ακόμα άνθρωπος σώθηκε απ΄τους φόβους του!